Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

Προτιμούσα πάντα να είμαι η ερωμένη ενός αδέκαρου στρατιωτικού παρά ενός πλούσιου τραπεζίτη


«…Ανέκαθεν λάτρευα τους αξιωματικούς. Προτιμούσα πάντα να είμαι η ερωμένη ενός αδέκαρου στρατιωτικού παρά ενός πλούσιου τραπεζίτη. Η μεγαλύτερη απόλαυση για μένα είναι να κάνω έρωτα μαζί τους δίχως να σκέφτομαι τα χρήματα. Επιπλέον... 

μου αρέσει να τους συγκρίνω μεταξύ τους, αναλόγως εθνικοτήτων...» είπε η μοιραία γυναίκα στη δίκη της στον στρατηγό Πιερ Μπουσαρντόν.

Ήταν 7 Αυγούστου του 1876 όταν γεννήθηκε η διασημότερη κατάσκοπος όλων των εποχών και ήταν 15 Οκτωβρίου του 1917 όταν εκτελέστηκε ντυμένη με μια στολή αμαζόνας όπως είχε ζητήσει σαν τελευταία της επιθυμία!

"Προτιμούσα πάντα να είμαι η ερωμένη ενός αδέκαρου στρατιωτικού παρά ενός πλούσιου τραπεζίτη"

Η Μαργαρίτα Γερτρούδη Ζέλε γεννήθηκε στην πόλη Leeuwarden της Ολλανδίας. Καταγόταν από μια μικροαστική οικογένεια και ο πατέρας της Άνταμ Ζέλε ήταν ευκατάστατος πιλοποιός. Του είχαν προσκολλήσει το ψευδώνυμο « Βαρώνος» λόγω του πομπώδες ύφους του και των ακριβών κουστουμιών που φορούσε. Η μητέρα της Antje van der Meulen ήταν Ινδονησιακής καταγωγής. Είχε κι έναν μικρότερο αδελφό. Ο πατέρας της, στέλνει την μικρή Μαργαρίτα, σε ηλικία 6 ετών , σε ένα από τα πιο ακριβά σχολεία της πόλης του πάνω σε ένα μικρό αμαξίδιο καταστόλιστο που το έσερναν δύο τράγοι, σαν να ήταν πριγκίπισσα. Οι συμμαθήτριες της την πείραζαν αλλά εκείνη δε έδινε σημασία γιατί κολακευόταν που όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα πάνω της.

Στα 15 της χρόνια φοιτά σε ένα σχολείο το Λύντεν με στόχο να γίνει εκπαιδευτικός αλλά οι ενοχλήσεις από τον διευθυντή Βίμπραντους Χαάστρα και η ερωτική τους σχέση είχε σαν αποτέλεσμα να σταματήσει την φοίτησή της και ο διευθυντής να χάσει τη θέση του.

Στα 19 της παντρεύτηκε έναν αξιωματούχο του ολλανδικού στρατού, τον Rudolph MacLeod, τον οποίο και γνώρισε μέσω αγγελίας το 1895, σε μια εφημερίδα που κυκλοφορούσε στο Άμστερνταμ.

«…Λοχαγός του ολλανδικού στρατού, επί του παρόντος σε άδεια, επιθυμεί να επιστρέψει παντρεμένος στις Ανατολικές Ινδίες όπου υπηρετεί. Αναζητεί μια καλλιεργημένη νέα, με ευχάριστο παρουσιαστικό και ευγενικό χαρακτήρα. Παρακαλώ απαντήστε στην Τ.Θ. 206, Άμστερνταμ…» Het Nieuws van den Dag, 1895

Εκείνη, πληρώντας τα ζητούμενα της αγγελίας και γνωρίζοντας πως δεν είχε καμία άλλη εναλλακτική λύση, αφού η μητέρα της είχε προ πολλού πεθάνει και ο πατέρας της ήταν κατεστραμμένος οικονομικά , του απάντησε μέσω της εφημερίδας. Μαζί του έκανε δύο παιδιά. Η Μαργαρίτα φλερτάρει ασύστολα με τους αξιωματικούς πάνω στο ίδιο του το καράβι στο ταξίδι τους στην Ινδία. Όταν αποκτούν το πρώτο τους παιδί τον Ιανουάριο του 1897 η σχέση τους κάπως ημερεύει. Αλλά τον Μάιο του 1897 η οικογένεια μετακομίζει στην Ινδονησία λόγω μετάθεσης του MacLeod στην Ιάβα – Σουμάτρα όπου παραμένουν μέχρι το 1902. Ο έγγαμος βίος του ζεύγους ταλανίζεται από προσωπικές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις. Η Μαργαρίτα κατηγορεί τον σύζυγό της ότι είναι βίαιος , μέθυσος, χαρτοπαίκτης και φιλάργυρος και της έχει μεταδώσει αφροδίσια νοσήματα από τις σεξουαλικές του επαφές στα πορνεία. Ο MacLeod στις προσωπικές του σημειώσεις γράφει: «…Μακάρι να μπορούσα να απαλλαγώ από αυτή. Δεν αντέχω να υπάρχει αυτό το πλάσμα δίπλα μου. Πολλές φορές διερωτώμαι με ποιο τρόπο θα μπορούσα να την ξεφορτωθώ…»

Τον Μάιο του 1898 και ενώ είναι ακόμη στην Ιάβα η Μαργαρίτα γεννά το δεύτερο παιδί την Jeanne – Louise .Η οριστική τους ρήξη θα έρθει όταν η ψυχοπαθής υπηρέτρια του ζευγαριού βάζει δηλητήριο στο φαγητό τους και πεθαίνει από αυτό ο τρίχρονος γιό της Νόρμαν, τον Ιούνιο του 1900. Ο Μακ Λέοντ θεώρησε υπεύθυνη τη σύζυγό του για το κακό που τους βρήκε, εγκαταλείπει τον στρατό, επιστρέφουν στην Ολλανδία στα 1902 και εκεί χωρίζουν σχεδόν αμέσως, παίρνοντας αυτός την επιμέλεια της κόρης τους. Η Μαργαρίτα βρέθηκε κυριολεκτικά στον δρόμο.Το 1903 η 27χρονη Μαργαρίτα πηγαίνει στο Παρίσι όπου όμως δεν μπορεί να βρει εργασία και έτσι επιστρέφει στην Ολλανδία, κάθεται για λίγο καιρό και κατόπιν επιστρέφει στο Παρίσι όπου εγκαθίσταται μόνιμα.

«…Έφτασα στο Παρίσι χωρίς λεφτά και δεύτερο ρούχο. Η τελευταία μου ελπίδα ήταν η γυναικεία γοητεία μου. Χάρη σε αυτήν επιβίωσα. Ότι κοιμήθηκα με πολλούς είναι αλήθεια. Ότι πόζαρα γυμνή, το ίδιο. Ναι, χόρεψα και στη Σκάλα του Μιλάνου. Δεν θα μου ταίριαζε να δικαιολογήσω τον εαυτό μου για όσα έχω κάνει…».

Κατά την διαμονή της στο Παρίσι εργαζόταν ως χορεύτρια στο «ατελιέ» της μαντάμ Kiréesky και σε άλλα παριζιάνικα σπίτια. Αρχικά με τα προσωνύμια «Λαίδη Μακλέοντ» και «πριγκίπισσα της Ιάβα», μέχρι να λάβει το ψευδώνυμο «Μάτα Χάρι» που στα Ινδονησιακά σημαίνει Μάτι της Αυγής.

Η μεγάλη επιτυχία ήλθε τον Μάιο του 1905, στο Μουσείο Guimet, όπου εμφανίσθηκε πάνω σε ειδική σκηνή εντελώς γυμνή, μόνο με ένα πέπλο, χορεύοντας έναν ερωτικό χορό. Έκτοτε μαζί με άλλους καλλιτέχνες έδιναν παραστάσεις, χορεύοντας Χίντου (Ινδικοί παραδοσιακοί χοροί) με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε σταρ της εποχής. Οι φαντασιώσεις της Μάτα Χάρι μεγάλωναν μαζί με τη φήμη της:

«…Γεννήθηκα στην Ιάβα μέσα στην τροπική βλάστηση και οι ιερείς με μύησαν σε αυτούς τους θρησκευτικούς χορούς…»

Συγκρίθηκε ακόμη και με την περίφημη για την εποχή Ισιδώρα Ντάνκαν όσον αφορά τον αισθησιασμό και την τεχνική της πάνω στη σκηνή.

Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο της εφημερίδας « La Vie Parisienne στα 1905» που γράφει: 


«...Η δεσποινίς Ιζαντόρα Ντάνκαν ενσάρκωσε την Ελλάδα. Με τη μουσική του Μπετόβεν, του Σούμαν, του Γκλουκ και του Μότσαρτ αναβίωσε τον αρχαίο ελληνικό χορό. Όλα τα σαλόνια του Παρισιού ήθελαν να έχουν τη δεσποινίδα Ντάνκαν. Ύστερα όπως όλα τα πράγματα στη γη εξαφανίστηκε… Αυτή τη σαιζόν έχουμε την Μάτα Χάρι. Είναι Ινδή, από Αγγλίδα μητέρα και Ολλανδό πατέρα. Παρόλα αυτά είναι Ινδή. Η Ιζαντόρα Ντάνκαν χόρευε αποκαλύπτοντας τα πόδια και τα χέρια της, η κυρία Μάτα Χάρι χορεύει εντελώς γυμνή εκτός από τα λιγοστά κοσμήματα που καλύπτουν το στήθος και ένα πέπλο γύρω από τους γοφούς της. Είναι ελκυστική, έχει σαρκώδη χείλη και ένα ζευγάρι στήθη που κάνουν τους θεατές να αναστενάζουν…»

Ενέπνευσε τον Μασνέ (ο οποίος την περιέλαβε ως ηρωίδα σε μια όπερά του) και δημιούργησε τεράστια αίσθηση όταν εμφανίστηκε στη Σκάλα του Μιλάνου. Την επιτυχία του «θιάσου» ακολούθησαν περιοδείες στο Παρίσι, Βρυξέλες, Λονδίνο, Μαδρίτη, Βερολίνο, Χάγη, Βιέννη, Κάιρο και σε άλλες μεγάλες πόλεις όπου γνώρισαν την αποθέωση.

Το επίσημο διαζύγιο με τον MacLeod θα εκδοθεί το 1906. Η Μάτα Χάρι ήταν πλέον ελεύθερη. Κι όλα καλά μέχρι που έρχεται ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914 και η κατάσταση αλλάζει.

Εδώ πια μπλέκεται ο μύθος με την αλήθεια και η αλληλουχία των γεγονότων ίσως να έχει κάπως έτσι εξελιχθεί…

Εκείνη την εποχή έδινε παραστάσεις στην Γερμανία και οι Γερμανοί εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία, κατάσχουν τα περιουσιακά της στοιχεία και την απελαύνουν. Η Μάτα Χάρι επιστρέφει στο Άμστερνταμ. Στρατολογήθηκε από τους Βέλγους για να μαθαίνει μυστικά των Γερμανών. Η Γάλλοι της έδωσαν 1 εκατομμύριο φράγκα για να μάθει τα μυστικά των Γερμανών,επίσης. Η μεγάλη της δύναμη προερχόταν κυρίως από τη σχέση της με τον Γερμανό πρόξενο Κράμερ. Βρέθηκε να εκπαιδεύεται στην πρωτόγονη ακόμη τέχνη της κατασκοπείας, σε ένα ξενοδοχείο στην Κολονία. Σε εκείνη την συνάντηση της προσφέρουν μια συμφωνία: να επιστρέψουν την περιουσία της αρκεί να κατασκόπευε γι’ αυτούς. Στην πρώτη της μυστική «επιχείρηση» απέτυχε να δώσει στους προϊσταμένους της χρήσιμα στοιχεία, παρά το γεγονός ότι εισέπραξε μια γερή αμοιβή για το «έργο» της. Γίνεται διπλή πρακτορας στους Γερμανούς και στους συμμάχους ( Γάλλους). Την προσέγγισαν και της ζήτησαν να κατασκοπεύσει με αντάλλαγμα να διατηρήσει το επάγγελμά της. Ανεξάρτητα την χώρα για την οποία κατασκόπευσε απώτερος σκοπός ήταν να συνεχίσει να χορεύει και να ζει πλουσιοπάροχα . Παρ' όλα αυτά, σύμφωνα με τον γάλλο δημοσιογράφο Ζαν-Πιερ Τυρμπέργκ, ειδικό σε θέματα κατασκοπείας, και μόνο το γεγονός ότι η Μάτα Χάρι είχε συνεργαστεί με τη γερμανική Μυστική Υπηρεσία, τη στιγμάτισε. Σύμφωνα με τον γαλλικό στρατιωτικό νόμο, η ολλανδή χορεύτρια θα κρινόταν ένοχη ακόμη και για το γεγονός ότι μίλησε με ξένους αξιωματικούς εν καιρώ πολέμου. Πόσο μάλλον αν αναλογιστεί κανείς τις ορδές ενστόλων που πέρασαν από την κρεβατοκάμαρά της

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η Μάτα Χάρι κατάφερε να επιβιώσει τα τρία πρώτα χρόνια του πολέμου. Τον Ιανουάριο του 1917 επιστρέφει στο Παρίσι. Είναι η χρονιά που θα χάσει και την κόρη της . Είναι μόλις 19 ετών.

Τον Νοέμβριο του 1916, οι Βρετανικές αρχές συνέλαβαν την Μάτα Χάρι σε ένα ατμόπλοιο στο Falmouth, το οποίο κατευθυνόταν από την Ισπανία στην Ολλανδία, πιστεύοντας ότι ήταν η Γερμανίδα κατάσκοπος Κλάρα Μπένεντιξ.

Κατόπιν την μετέφεραν στην Βρετανική αντικατασκοπεία (ΜΙ5) προκειμένου να ανακριθεί, όπου ανέφερε ότι είχε στρατολογηθεί από έναν Βέλγο αξιωματικό, για λογαριασμό της Βελγικής υπηρεσίας πληροφοριών.

Επίσης ισχυρίσθηκε ότι ο Γάλλος πρόξενος στο Vigo της Ισπανίας της είχε ζητήσει να κατασκοπεύσει τις Ρωσικές δυνάμεις στην Αυστρία.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1917, οι Γαλλικές μυστικές υπηρεσίες την συλλαμβάνουν στο ξενοδοχείο Ελυζέ με την κατηγορία της κατασκοπείας και την φυλακίζουν στις γυναικείες φυλακές του Σαιντ Λαζάρ με την κατηγορία της προδοσίας που οδήγησε στο θάνατο τουλάχιστον 50.000 στρατιώτες.

Στις 25 Ιουλίου του ιδίου έτους δικάζεται από στρατοδικείο και καταδικάζεται σε θάνατο δια τυφεκισμού. Τον Οκτώβριο του 1917 η Μάτα Χάρι (πράκτορας με τον κωδικό Η21) εκτελείται στο δάσος του Βενσέν, κοντά στο Παρίσι. Μετά την εκτέλεση ουδείς αναζήτησε το πτώμα της το οποίο δόθηκε για σκοπούς ιατρικής έρευνας.

15 Οκτώβρη του 1917 οδηγείται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Φοράει μια στολή αμαζόνας ,ένα καπέλο και ένα παλτό που ζήτησε να της ετοιμάσουν ειδικά για την τελευταία της στιγμή πάνω στη γη. Δεν δέχεται να της δέσουν τα μάτια. Όταν οι ριπές την χτυπούν, γονατίζει με το κεφάλι πάντα ψιλά, λικνίζεται ελαφρά και μετά καταρρέει.

Κανένας δεν ζήτησε το σώμα της για να γίνει η ταφή. Το κεφάλι της κρατήθηκε και τοποθετήθηκε στο Μουσείο Ανατομίας όπου λίγα χρόνια μετά ανακαλύφθηκε ότι κάποιος το είχε κλέψει…Το σώμα της αγνοείται. Λες και η Μάτα Χάρι, ότι της ανήκε έπρεπε να καταστραφεί, να αφανιστεί. Για να μείνει στην ιστορία σαν μύθος. Tο 1931 η ζωή της γυρίζεται ταυτόχρονα από δύο παραγωγές. Η Paramount Pictures ξοδεύει το αστρονομικό ποσό των 5.000.000 δολαρίων για την ενσάρκωση της Μάτα Χάρι στο πρόσωπο της Μάρλεν Ντίτριχ. Η Metro από την άλλη μεριά αντεπιτίθεται με τη Γκρέτα Γκάρμπο, που υποδύεται την ολλανδέζα κατάσκοπο «τόσο συγκλονιστικά, τόσο σαγηνευτικά ώστε οι προηγούμενες ερμηνείες της φαντάζουν πλέον ωχρές», (Hollywood Reporter). Το 1965 η «Μάτα Χάρι, Πράκτωρ Η21» παίρνει τη μορφή της Ζαν Μορό, η οποία όμως δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την Γκάρμπο.

Οι φήμες και οι απόψεις σχετικά με το ρόλο της σαν κατάσκοπος διαφέρουν αρκετά μεταξύ τους. Τα αρχεία καταδεικνύουν ότι αν όντως υπήρξε κατάσκοπος οι πληροφορίες που παρέδιδε ήσαν ασήμαντες. Η Μάτα Χάρι υπήρξε αφελής, ματαιόδοξη, άπειρη σε θέματα κατασκοπίας, φιλοχρήματη και τελικώς παγιδεύτηκε σε μία αλληλουχία γεγονότων και αντιπαράθεσης μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών η οποία τελικά την οδήγησε στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Η πλήρης αλήθεια θα αποκαλυφθεί όταν η Γαλλία αποχαρακτηρίσει τα επίσημα έγγραφα το 2017.