Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Η χρυσή χρονιά της Demy και η Γιουροβίζιον (φώτο)


Πρωταγωνιστεί στο μιούζικαλ «Mamma Mia!» δίπλα στη Δέσποινα Βανδή, τραγουδάει στο «Acro» μαζί με τον Γιώργο Σαμπάνη και τη Μαλού και ετοιμάζει τον τρίτο της δίσκο που αναμένεται να κυκλοφορήσει τέλη Ιανουαρίου και θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη... 
 
  

 









Eurovision. Η 25χρονη Demy φέτος κάνει πρωταθλητισμό στη σκηνή και πάει ολοταχώς για το χρυσό

Φρέσκια και δροσερή, όμορφη, προσηνής, γλυκομίλητη, ήρεμη και μετρημένη σε όσα λέει και κάνει, η Demy είναι η προσωποποίηση του σύγχρονου εφηβικού role model. Δεν πίνει, δεν καπνίζει, χρωστάει μόλις πέντε μαθήματα για να πάρει το πτυχίο της Νομικής και παράλληλα έχει καταφέρει να κάνει πραγματικότητα τα όνειρά της για μια καριέρα στο τραγούδι, πρωταγωνιστώντας σε επιτυχημένα μιούζικαλ και συμμετέχοντας σε σχήματα που καταφέρνουν να γεμίζουν νυχτερινά κέντρα ακόμα και σε συνθήκες κρίσης. Φέτος, μάλιστα, η δισκογραφική της εταιρεία Panic Records δέχθηκε και πρόταση για τη συμμετοχή της Demy στον διμοφιλή διαγωνισμό της Eurovision. Παρατηρώντας την να μιλάει στην κάμερα τηλεοπτικών εκπομπών μοιάζει υπερβολικά καλή για να είναι αληθινή. Και όμως είναι.

«Ανέκαθεν έβαζα βραχυπρόθεσμους στόχους», λέει σχετικά με τον επαγγελματικό προγραμματισμό της. «Δηλαδή, πάντα έλεγα ότι θα περάσω στη Νομική και μετά θα προσπαθήσω να κάνω κάτι με το τραγούδι. Μάλιστα θυμάμαι ότι ήθελα να πάω και σε μια σχολή υποκριτικής, αλλά και να κάνω μαθήματα φωνητικής. Και μου έλεγε ο μπαμπάς μου: “Πέρνα στη Νομική και μετά όλα θα τα κάνεις”. Το ενδεχόμενο της υποκριτικής είχε περάσει από το μυαλό μου αλλά όχι τελείως αποκομμένο από το τραγούδι. Στο σχολείο δεν ήξερε κανένας γι’ αυτά μου τα όνειρα. Δεν τα έλεγα. Ημουν βέβαια από μικρή σε ωδείο και σε χορωδία, αλλά κανείς δεν φανταζόταν ότι ήθελα να συνεχίσω να ασχολούμαι με τη μουσική και σε επαγγελματικό επίπεδο. Ξεκίνησα πιάνο στο νηπιαγωγείο και φωνητική αργότερα, αφού τελείωσα το σχολείο. Το πιάνο, δυστυχώς, το σταμάτησα όταν έπρεπε να αρχίσω την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες. Το ότι δεν το συνέχισα είναι ο μεγάλος μου καημός, αλλά θέλει χρόνο - και αυτή την περίοδο δυστυχώς δεν υπάρχει. Πέρυσι το καλοκαίρι ξεκίνησα να παίζω γιουκαλίλι. Οσον αφορά τις μουσικές σπουδές έχω πολλά απωθημένα», εξομολογείται. Τη ρωτάω αν έχει ασχοληθεί ποτέ με τη σύνθεση, καθώς έχει τις μουσικές βάσεις για κάτι τέτοιο. «Δεν έχω συνθέσει κάτι ολοκληρωμένο ποτέ», απαντάει. «Μπορεί να γράφω συγχορδίες και ακόρντα, αλλά τα πηγαίνω μετά στον συνθέτη και τα φτιάχνει όπως πρέπει. Οπως συμμετέχω πολλές φορές και στους στίχους. Εχω συμπεριλάβει στον τελευταίο δίσκο και κάποιες δικές μου μελωδίες», διευκρινίζει και προσθέτει: «Αυτή που έχει εξαιρετικό ταλέντο στη στιχουργική είναι η αδελφή μου. Ξεκίνησε πιάνο όταν ήταν τεσσάρων ετών, είναι επτά χρόνια μεγαλύτερή μου και αποτελεί την έμπνευσή μου σε όλα. Καθόταν στο πιάνο να τραγουδήσει, καθόμουν κι εγώ από δίπλα. Γενικά, ό,τι έκανε, τσουπ από κοντά κι εγώ. Αν και δικηγόρος στο επάγγελμα, διαθέτει καλλιτεχνική φλέβα. Μου έχει γράψει το “Μόνο μπροστά”, το “Η αλήθεια μοιάζει ψέμα”, το “Η ζωή” και άλλα πολλά...». Με αδερφή αλλά και πατέρα δικηγόρο, πόσο εύκολο ήταν να ξεφύγει από την οικογενειακή παράδοση; «Τώρα πια δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου δικηγόρο. Μου αρέσει, θαυμάζω τον μπαμπά μου και την αδελφή μου που είναι δικηγόροι, αλλά δεν θα μπορούσα να το κάνω. Τους χαίρομαι. Ο μπαμπάς μου ποτέ δεν με πίεσε να πάω Νομική. Μου αρέσει η Νομική γιατί σου προσφέρει έναν ευρύτερο κύκλο γνώσεων και πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να έχει κανείς ευρύτερες γνώσεις. Πάντοτε θεωρούσα τον μπαμπά μου φωτεινό παντογνώστη. Μου αρέσει επίσης η φύση του επαγγέλματος - το να αγορεύεις, να υπερασπίζεσαι, να φτιάχνεις επιχειρήματα ακόμα και από το μηδέν. Ωστόσο δεν μπορώ να με φανταστώ πλέον να το κάνω. Για το πτυχίο έχω μόνο πέντε μαθήματα και στόχος μου είναι να περνάω δύο-τρία μαθήματα σε κάθε εξεταστική. Εννοείται ότι δείχνω στον μπαμπά μου και στην αδελφή μου τα συμβόλαιά μου προτού τα υπογράψω. Πάντοτε έλεγα ότι θέλω να γίνω τραγουδίστρια ή δικηγόρος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ δύσκολα θα στρεφόμουν σε κάτι άλλο, αλλά στη ζωή κανείς ποτέ δεν πρέπει να λέει ποτέ».



Στιγμιότυπο από την παράσταση «Mamma Mia!» με τη Δέσποινα Βανδή


«Ποτέ μη λες ποτέ»

Με ένα «ποτέ μη λες ποτέ» είχε απαντήσει όμως και σε ερώτηση που δέχτηκε πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή σχετικά με την πιθανότητα να συμπεριλάβει κάποια στιγμή σε δίσκο της λαϊκά κομμάτια. Δράττομαι της ευκαιρίας και της ζητώ να μου πει πόσο πιθανή είναι μια τέτοια στροφή στις δισκογραφικές επιλογές της. «Αναφέρθηκα στο λαϊκό ρεπερτόριο μεταξύ σοβαρού και αστείου επειδή γενικά έχω αλλάξει μουσικά από τότε που ξεκίνησα. Δηλαδή έλεγα “όχι” σε πράγματα που τώρα μου φαίνονται φυσιολογικά. Οταν πρωτοξεκίνησα δεν ήμουν τόσο ανοιχτή στην ποπ. Ηθελα να κάνω soul, r’n’b, jazz. Ημουν σε ένα παράλληλο σύμπαν, διότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η μουσική ως επιλογή. Οπως ήμουν αρνητική και στην ηλεκτρονική μουσική, έλεγα “εγώ δεν θα κάνω τέτοιο πράγμα”. Τώρα μου φαίνεται απόλυτα φυσιολογικό. Τελικά, είναι τι “κλικ” θα σου κάνει το κάθε τραγούδι όταν πας στο στούντιο να το δοκιμάσεις. Και γι’ αυτό στα live μου τώρα -ενώ έλεγα ότι δεν θα τραγουδούσα ποτέ λαϊκό τραγούδι- έχω βάλει κάποια παλιά κομμάτια της Αννας Βίσση ή της Ζουγανέλη. Επομένως, λόγω του ότι πράγματα στα οποία ήμουν κάθετα αρνητική παλιά πλέον τα αντιμετωπίζω διαφορετικά, δεν είμαι απόλυτη σε τίποτα», αποκρίνεται.

Τη ρωτάω αν την έχει απασχολήσει ποτέ το γεγονός ότι στην Ελλάδα ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης έχει πιθανότητα να κάνει πραγματικά μεγάλη καριέρα μόνο με λαϊκό ρεπερτόριο και στις μεγάλες λαϊκές πίστες. «Παραδέχομαι ότι στην Ελλάδα κανείς δεν μπορεί να κάνει πραγματικά μεγάλη καριέρα με κάποιο άλλο είδος πέρα από το λαϊκό τραγούδι. Ωστόσο, δεν θα έκανα κάποια τεράστια μεταστροφή επειδή τα λεφτά είναι εκεί», υπογραμμίζει. «Ενα επάγγελμα βεβαίως εξ ορισμού είναι βιοποριστικό, αλλά στην παρούσα φάση έχω την πολυτέλεια να επιλέγω λίγο πιο αυστηρά το ρεπερτόριό μου - με βάση τι με εκφράζει και μόνο.
Εννοώ ότι είμαι ακόμα ανύπαντρη, δεν έχω παιδιά να μεγαλώσω ούτε άλλες υποχρεώσεις και ξέρω ότι θα έχω την οικονομική στήριξη των γονιών μου αν κάτι δεν πάει καλά. Τουλάχιστον, ακόμα. Ετσι επιλέγω με κριτήριο το τι μου αρέσει. Γι’ αυτό κάνω και μιούζικαλ. Το θέατρο συγκριτικά με το πρόγραμμα σε μαγαζί έχει πολύ λιγότερα χρήματα. Μπορεί οι παραγωγές να είναι μεγάλες, αλλά σε μια εβδομάδα οι απολαβές μπορεί να είναι όσο δύο βράδια πρόγραμμα σε νυχτερινό κέντρο. Και απαιτούν και πολλαπλάσια δουλειά στις πρόβες. Πρέπει να το αγαπάς πολύ για να το κάνεις αυτό», απαντά με ειλικρίνεια και συνεχίζει: «Θα ήθελα πάρα πολύ όχι μόνο να επεκτείνω τις σπουδές μου πάνω στη μουσική στο εξωτερικό, αλλά και να ζήσω για μερικά χρόνια έξω. Το έχω σκεφτεί πάρα πολλές φορές. Και όταν ήμουν μικρότερη έλεγα ότι θα πήγαινα για μεταπτυχιακό στη Νομική κάπου έξω. Μετά, όμως, με τον ρυθμό που πήραν τα πράγματα και τη δουλειά, δεν μου δόθηκε η ευκαιρία. Αν κάποια στιγμή δεν είχα μια πρόταση που να με τρελαίνει, θα έφευγα για μια σεζόν, θα το έκανα, θα πήγαινα να κάνω ένα σεμινάριο πάνω στο μιούζικαλ, το οποίο λατρεύω ως είδος. Μάλλον το Λονδίνο θα επέλεγα. Ομως φέτος δεν μπορούσα να πω όχι στο “Mamma Mia!”, ούτε στον Γιώργο Σαμπάνη. Ηταν δύο πράγματα που ήθελα πολύ να κάνω».

Λόγω της διπλής υπηκοότητας που έχει -ελληνική και αμερικανική- αναρωτιέμαι μεγαλόφωνα πώς και δεν έχει αποπειραθεί ακόμα να κάνει καριέρα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. «Πριν δύο χρόνια είχα πάει στο Λος Αντζελες δύο φορές, τη δεύτερη μάλιστα κάθισα ενάμιση μήνα. Είχα κάνει κάποιες ηχογραφήσεις εκεί, τις οποίες βέβαια στη συνέχεια δεν εκμεταλλεύτηκα όπως έπρεπε. Απέκτησα όμως μια ιδέα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα. Η αλήθεια είναι πως αν ήθελα να πάω μόνιμα στην Αμερική έχω τις άκρες, αλλά δεν τολμάω να αφήσω αυτό που κάνω εδώ. Θέλει να επενδύσεις αρκετό καιρό στην προσπάθεια για να πεις ότι κάτι κάνεις στο εξωτερικό - και αυτή τη στιγμή το φοβάμαι. Η μαμά μου, η οποία έχει μεγαλώσει στη Μασαχουσέτη, οπότε μας έδωσε και την αμερικανική υπηκοότητα, αφού υπήρχε αυτή η δυνατότητα χωρίς να έχουμε γεννηθεί εμείς εκεί, με ενθαρρύνει πάρα πολύ σε μια τέτοια προσπάθεια. Θα ερχόταν και αυτή μαζί φυσικά! Εχω πολλούς συγγενείς σε πολλές περιοχές. Αν ήθελα να πάω δεν χρειάζομαι ούτε πράσινη κάρτα, ούτε θα είχα να αντιμετωπίσω άλλα γραφειοκρατικά εμπόδια. Σε κάθε περίπτωση, αν είναι να κάνω κάτι θα πρέπει να το κάνω άμεσα γιατί για τα δεδομένα της Αμερικής είμαι ήδη μεγάλη. Η Αμερική δίνει ευκαιρίες, αλλά πρέπει να τις κυνηγήσεις».



«Παραδέχομαι ότι στην Ελλάδα κανείς δεν μπορεί να κάνει πραγματικά μεγάλη καριέρα με κάποιο άλλο είδος πέρα από το λαϊκό τραγούδι. Ωστόσο, δεν θα έκανα κάποια τεράστια μεταστροφή επειδή τα λεφτά είναι εκεί»


«Κατανοώ το κυνηγητό των παπαράτσι»

Οταν η συζήτηση φτάνει στο καυτό θέμα των προσωπικών σχέσεων, η Demy δεν προσπαθεί να το αποφύγει και εξηγεί γιατί είναι πλέον ακόμα πιο φειδωλή απ’ όσο υπήρξε παλιότερα στις αναφορές στην προσωπική της ζωή. «Γενικά, δεν θέλω να τα δηλώνω, να τα συζητάω και να τα αναλύω αυτά γιατί θεωρώ ότι αποπροσανατολίζουν. Δεν το θεωρώ ταμπού ή παράλογο», αναφέρει και συνεχίζει: «Σίγουρα μετά τη σχέση με τον Ακη (σ.σ.: Πετρετζίκη), που ήταν κι εκείνος επώνυμος, βλέπω λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Ηταν και αρχή για μένα. Αντιλαμβάνομαι ότι λόγω αναγνωρισιμότητας υπήρχε ένα δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. Ημουν πολύ φρέσκια στον χώρο και με φόβιζε περισσότερο μήπως τραβήξω την προσοχή λόγω της σχέσης μου και όχι λόγω της δουλειάς μου. Αυτό με τρόμαζε πιο πολύ, να με γνωρίζει κάποιος επειδή άκουσε ένα κουτσομπολιό για τη σχέση μου και όχι επειδή άκουσε ένα τραγούδι μου.

Προσωπικά, δεν ήμουν ποτέ φανατική του gossip, αλλά κατανοώ ότι όταν θαυμάζεις έναν καλλιτέχνη η περιέργεια ή το ενδιαφέρον για την προσωπική του ζωή είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο. Δεν το κατακρίνω. Κι εγώ, αντίστοιχα, όταν θαυμάζω έναν καλλιτέχνη και πέσει το μάτι μου πάνω σε ένα δημοσίευμα που αναφέρεται στην προσωπική του ζωή θα πω “Α, για δες” ή μπορεί να χαρώ κιόλας αν είναι κάποιος που συμπαθώ. Είμαι απλώς λίγο πιο συγκρατημένη. Δεν είναι ότι δεν θα βγω έξω και θα περιορίσω τη ζωή μου. Αυτό που με ενοχλεί είναι αυτό που συμβαίνει πλέον με τα κινητά. Δηλαδή, κατανοώ τους παπαράτσι, που είναι η δουλειά τους αυτή, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τη λογική όσων σηκώνουν το τηλέφωνο, τραβάνε φωτογραφίες και τις στέλνουν στα media. Είναι λάθος το να παραβιάζεις την ιδιωτικότητα του άλλου σε ένα εστιατόριο.

Δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ κάποιο πρόβλημα με δημοσιογράφους, αλλά αυτή η παραβίαση του προσωπικού χώρου με ενοχλεί. Οταν μπήκα στον χώρο ήμουν πολύ άσχετη. Δεν τα είχα σκεφτεί αυτά, τα οποία πάνε πακέτο. Μου ανέφεραν ονόματα και δεν ήξερα κανέναν - έπρεπε να ρωτάω συνέχεια ποιος είναι ο ένας και ο άλλος. Ηξερα τους καλλιτέχνες, αλλά δεν είχα ιδέα για όσους βρίσκονται από πίσω στη βιομηχανία της μουσικής στην Ελλάδα. Οταν κάναμε το πρώτο μας τραγούδι, για την πλάκα μας περισσότερο, δεν περίμενα να έρθει μια δισκογραφική να μου κάνει πρόταση. Ολα έγιναν πολύ γρήγορα και ήμουν, ως έναν βαθμό, απροετοίμαστη. Δεν είμαι η Πολυάννα (σ.σ.: η αθώα ηρωίδα των παιδικών παραμυθιών), έχω μάθει πολλά τα τελευταία χρόνια σε έναν χώρο που αποτελεί μεγάλο σχολείο. Σίγουρα, πάντως, απ’ όσα έχω δει μέχρι τώρα ο χώρος μας δεν είναι τόσο βρώμικος όσο ακούγεται ή όσο φοβόμασταν κι εγώ και οι γονείς μου στην αρχή. Ειδικά αν έχεις χτίσει ένα τείχος προστασίας γύρω σου.
Οι γονείς μου φοβόντουσαν και φοβούνται ακόμα. Η νύχτα έχει τους κινδύνους της για ένα κορίτσι που είτε βγαίνει να διασκεδάσει, είτε δουλεύει. Φοβούνται περισσότερο την οδήγηση τη νύχτα, τους πιωμένους οδηγούς και όχι τόσο τους ανθρώπους της νύχτας, που επειδή πλέον τους έχω γνωρίσει βλέπω ότι σε πολλές περιπτώσεις είναι πολύ πιο ντόμπροι από τους υπόλοιπους. Ξέρω να προστατεύομαι. Πλέον, το μόνο και μόνιμο άγχος μου είναι να είμαι όσο το δυνατόν καλύτερη σε ό,τι κάνω», καταλήγει.


«Τώρα πια δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου δικηγόρο. Μου αρέσει, θαυμάζω τον μπαμπά μου και την αδελφή μου που είναι δικηγόροι, αλλά δεν θα μπορούσα να το κάνω. Τους χαίρομαι.
Ο μπαμπάς μου ποτέ δεν με πίεσε να πάω Νομική. Μου αρέσει η Νομική γιατί σου προσφέρει
έναν ευρύτερο κύκλο γνώσεων και πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να έχει κανείς ευρύτερες γνώσεις»